Νεφοσκεπές ψιλόβροχο ημέρας.
Day’s dull drizzle.
Kάτι μωραί καμπάνες πιτσιλάνε
Some foolish bells splash
τον ύπνο του Λαζάρου να εξέλθει.
Lazarus’ sleep to bring him forth.
Kαλά στοκαρισμένο το φως γύρω γύρω.
Well-sealed the surrounding light.
Είχα κι εγώ να δεύρο κάποιους έξω
I too had a few to bring forth
μα δε μου αποκρίθηκαν αν θέλουν.
but they didn’t reply if they wanted.
Πώς ν’ αποκριθούν με ωτακουστή
How could they reply
που άφησες καλά στοκαρισμένο
with that eavesdropper you left well-sealed
το φως γύρω γύρω.
the surrounding light.
Kι έπειτα γιατί τους ρωτάς αν θέλουν.
Then again why ask if they want.
Tο θαύμα δε ρωτάει.
The miracle doesn’t ask.
Σ’ αρπάζει από το αυτί και
It grabs you by the ear and
σέρνοντας σε πετάει στο φως.
dragging hurls you into the light.
Xαίρεσαι βέβαια με την έκλαμψη, δεν αντιλέγω
You rejoice of course in the glare, I don’t disagree
αλλά σε τρώει από μέσα σκουλήκι η αγωνία
but a worm the worry eats away inside you
μην είναι και τα θαύματα θνητά.
perhaps the miracles are mortal.
Άστους λοιπόν καλύτερα εκεί
Better to leave them there then
μην έχομεν να άρωμεν για δεύτερη φορά
so we don’t for a second time
κενόν τον κρέββατόν τους.
have to take up their empty beds.
Τίποτα δεν άκουσες;
Have you heard nothing?
Kι όμως, όλην αυτή την ώρα εδώ μέσα
And yet, all this time in here
με άλλα κουβεντιάζοντας να πάρω λίγο αέρα
chatting with whatever to get some air
σε σένανε μιλούσα εκεί κάτω.
it was you I was talking to down there.
ότι δε σε προσφώνησα;
So I didn’t address you?
Mε ποιο απ’ όλα τα Λερναία ονόματα
Of all the Lernaean names which one
να σε πρωτοφωνάξω.
should I choose to call you.
Όποιο κι αν κόψω αποζητώντας σε
Whichever I cut when seeking you
φυτρώνει αμέσως άλλο.
another grows on the spot.