Θέλησε να λύσει τα αινίγματα
He wanted to solve riddles
να φωτίσει το σκοτάδι
and illuminate the darkness
που μέσα του βολεύονται όλοι
where everyone gets comfortable
όσο κι αν τους βαραίνει.
much as it weighs them down.
Δεν τρόμαξε από τα όσα είδε
He was frightened not by what he saw
μ’ από την άρνηση των άλλων να τα παραδεχτούν.
but by the refusal of others to accept it.
Θα ΄μενε πάντα η εξαίρεση;
Would he always be the exception?
Δεν άντεχε πια τη μοναξιά.
He could no longer stand solitude.
Και για να βρει τους διπλανούς του
So to find his fellow men
έχωσε μες στα μάτια του βαθιά
he plunged the two pins
τις δυο περόνες.
deep into his eyes.
Πάλι ξεχώριζε με την αφή τα πράγματα
Still he distinguished by touch the things
που κανείς δεν ήθελε να βλέπει.
that no one wanted to see.