Στην κυρά μάνα μας μη δίνετε βοήθεια
Don't give help to our old-mamma
Ούτε μαγκούρα στο προσκέφαλο σιμά
neither a cane next to her pillow
Γιατί θα δέρνει κάθε μέρα τα παιδιά της
Because she' ll be beating her children every day
Κι όταν μιλάω θα με λέει αληταρά
And when I speak, she'll be calling me a vagrant
Κι αν δέρνει κάθε που γουστάρει τα παιδιά της
And if she keeps beating whenever she likes her children
Θα καταντήσουνε εμπόροι δουλικοί
they will end up servile merchants
Τα νιάτα χάνονται στα βρόμικα σοκάκια
Youngsters are lost at dirty alleys
Για να μετρήσουν με το μπόι τους τη γη
so as to measure the earth with their height
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω
Lengo, Lengo, Lengo*
Πάψε να με κυβερνάς
Stop ruling me!
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω
Lengo, Lengo, Lengo
Πάψε να με τυραννάς
Stop torturing me!
Κι αν θέλω τώρα να ακούγεται η φωνή μου
And now, if I want my voice to be heared
Με πιάνει τρόμος από ίσκιους μακρινούς
I feel terror by distant shadows
Χρυσάφι μοιάζει η συντροφιά σου στη ζωή μου
Your companion feels like gold in my life
Κι η ομορφιά σου μου γιατρεύει τους καημούς
And your beauty heals my sorrows
Ρε μπάρμπα, κάτσε να μας πεις μια ιστορία
-Old uncle! Sit and tell us a story
Πώς ήταν τότες η μανούλα μας παλιά;
About our mommy - how was she back in the days?
Έπεφτε ξύλο σαν γινόταν φασαρία
Were you getting a thrashing when there was a fuss
Ή σας νανούριζε με χάδια και φιλιά;
Or she was singing lullabies to you with kisses and caresses?
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω
Lengo, Lengo, Lengo
Μου σπαράζεις την καρδιά
You prick my heart
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω
Lengo, Lengo, Lengo
Μου πληγώνεις τη χαρά
You injure my joy
Κι ο μπάρμπας τότε σοβαρεύτηκε λιγάκι
And old uncle became a little serious then
Τη κούτρα ξύνει και παράγγειλε καφέ
Scratched his head and ordered coffee
Η μητέρα είπε: Ήταν ένα κοριτσάκι
He said: Mother was a little girl
Που ορφανό μάζευε άνθη σε μπαξέ
who was picking flowers by hershelf in a garden
Τ’ άνθη στόλιζαν το αγέρωχο κεφάλι
That flowers were adorning her lofty head
Μα όταν κοιμόταν, πάλι πέφτανε στη γη
But when she was sleeping they were falling to the ground
Κι από τα λούλουδα που ο Χάρος είχε βάλει
And from the flowers that Death has put (to her)
Εμένα κράτησε να βλέπω τη ζωή
I was kept to see life.
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω
Lengo, Lengo, Lengo
Μου ’χεις φάει την ψυχή
You've eaten my soul!
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω
Lengo, Lengo, Lengo
Φίλοι θα βρεθούμε όλοι μαζί
We will be found friends alltogether.
Αυτή, παιδιά μου, ήταν τότες η μανούλα
That was back then mommy, my children
Ο κήπος ύστερα εγέμισε ληστές
But after, the graden became full of thieves
Το κοριτσάκι μας το ντύσανε γριούλα
Our little girl was dressed as an old lady
Κι απ’ τα κουρέλια φαινότανε οι πληγές
and her wounds were visible through her rags
Κι αν μας χτυπάει με μανία και φωνάζει
And if she beats us with furor and shouts at us
Τη βάζουν άλλοι με συμφέροντα πολλά
Others make her do this, who have plenty interests
Το όνειρο που φεύγει τη τρομάζει
She is scared by that dream that is leaving:
Να αναζητάει μια χαμένη ελευτεριά
to search a lost freedom.
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, μάνα
Lengo, Lengo, Lengo
Στο καμίνι της φωτιάς
Inside the fire furnace
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, μάνα
Lengo, Lengo, Lengo
Πες μας πάλι τι ζητάς
Tell us, what are you looking for again?