Χτές αργά με ψυχή φορτωμένη
Yesterday late with a soul loaded
από θλίψη γιά σε περισσή
full of grief for you
πήγα μόνος να δω τι απομένει
I went alone to see what was left
απ' τον κήπο που πότιζες εσύ
from the garden you watered
Την πορτούλα ο κισσός είχε κλείσει
The ivy had closed the door
μήπως ξένος κανείς την διαβή
perhaps anybody stranger come through
κι είχε ο χρόνος μ' αγκάθια στολίση
and the time had decorated with thorns
τη βρυσούλα που μένει πιά βουβή
the small fountain which stays now quite
Μαραμένα τα γιούλια κι οι βιόλες
The guitars and the violets are withered
μαραμένα και τα γιασεμιά
The jasmines are also withered
μαραμένες κι οι ελπίδες μου όλες
All my hopes are withered too
στης καρδιάς μου τη μαύρη ερημιά
in my hearts black loneliness
Στη γωνίτσα που άλλοτ' ανθούσε
In the small corner that used to bloom
μέσα στ' άνθη η δική μας χαρά
between the flowers our happiness
ενώ ο κήπος τριγύρω πενθούσε
while the garden around griefed
μέσα μ' ένοιωσα τέτοια συμφορά
I felt so much disaster inside me
Ως το βράδυ μονάχος μιλούσα
Until the evening I was talking alone
σαν να σ' είχα κοντά μου ξανά
as if I had you near me again
κι όταν νύχτωσ' εκεί που γυρνούσα
and when it got dark when I was returning
είπα Να ζη κανείς η να μη ζη
I said To be or not to be